Ατενίζοντας τη γαλάζια απεραντοσύνη του βορειοδυτικού Αιγαίου με μουσική υπόκρουση αυτή τη φορά το μουρμούρισμα του θαλασσινού μελτεμιού , ταξινομώ κάθε εγκλωβισμένη στιγμή, μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, κάθε εικόνα ικανή να ανασύρει από τη μνήμη, ό,τι θαυμάσιο επισκεφθήκαμε και είδαμε στη διάρκεια του δεκαεξαήμερου ταξιδιού, εγώ με τους μαθητές μου και τους γονείς τους στην κεντρική Ευρώπη, με κύριο άξονα διαμονής και επίσκεψής μας τις γερμανόφωνες χώρες (Αυστρία, Γερμανία, Ελβετία), καθώς επίσης και κάποιες άλλες όπως Γαλλία, Ιταλία και Τσεχία.
Κύκνειο άσμα της περιήγησης αυτής η βραδιά στο φεστιβάλ της πόλης Bregenz στην Αυστρία στις όχθες της λίμνης Bodensee, μιας πόλης σχεδόν 8.000 κατοίκων, η οποία ζει στους παλμούς του επί ένα μήνα κάθε καλοκαίρι.
Με περίπου 260.000 επισκέπτες κάθε χρόνο και παράδοση 68 ετών, το φεστιβάλ της Bregenz συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες και σημαντικότερες διοργανώσεις της Αυστρίας και οφείλει την επιτυχία του στις υψηλής ποιότητας παραγωγές με σκηνοθετικές καινοτομίες και συντελεστές από το διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα. Το φεστιβάλ προσδίδει απίστευτη αίγλη όχι μόνο στην πόλη της Bregenz αλλά και σε ολόκληρη την περιοχή της λίμνης Bodensee, στα ελληνικά τη λίμνη της Κωσταντίας.
Η σχεδόν 500m2 έκτασης λίμνη και τρίτη μεγαλύτερη της κεντρικής Ευρώπης με παραπάνω από 150 km όχθης ν’ ανήκουν στο γερμανικό κράτος, σε σύνολο περίπου 250 km, ενώ το υπόλοιπο κομμάτι το μοιράζεται η Ελβετία με την Αυστρία, η οποία κατέχει το μικρότερο, έχει συντελέσει εδώ και χρόνια στην αρμονική συμβίωση τριών εθνικοτήτων,
Αυστρίας-Γερμανίας-Ελβετίας, με βασικό παρανομαστή την ομοιογένεια της γλώσσας. Η ιστορία, ο πολιτισμός και η φυσική ομορφιά πλέκουν ένα γαϊτανάκι απαράμιλλης τέρψης για τον επισκέπτη.
Λάτρεις του λυρικού θεάτρου απ’ όλο τον κόσμο συρρέουν κάθε χρόνο για να βιώσουν το ανυπέρβλητο υπερθέαμα. Μεταξύ λοιπόν των 8.000 θεατών κι εμείς να παρακολουθούμε χωρίς διακοπή επί δυόμιση ώρες, με τα ειδικά για την περίσταση αδιάβροχα (η παράσταση δεν διακόπτεται παρά μόνο με ακραία καιρικά φαινόμενα), την όπερα του Johann Wolfgang Amadeus Mozart ”Ο μαγικός αυλός”, η οποία μαζί με την AIDA, την προηγούμενη παραγωγή του φεστιβάλ, ανήκει στις όπερες με την μεγαλύτερη επισκεψιμότητα.
Ο επί έντεκα συναπτά έτη σκηνοθέτης του φεστιβάλ David Pountney, μ’ ένα εξαιρετικό επιτελείο συνεργατών, φρόντισε ν’ αποδώσει με ένα εντυπωσιακό τρόπο τον παραμυθένιο κόσμο του καλού και του κακού.
Κυρίαρχο ρόλο στη σκηνοθετική του έμπνευση η θωρυκτή χελώνα, που κρύβει στο καβούκι της ηχεία, εξαερισμούς, σκάλες, ασανσέρ ( οι θεατές έχουν τη δυνατότητα σε πρωινή βάση να επισκεφθούν τις εγκαταστάσεις) και πλήθος άλλων τεχνολογικών συστημάτων. Σε σαράντα δευτερόλεπτα μπορεί η κατασκευή να κάνει στροφή 180ο και μπροστά στα μάτια των θεατών ν’ αλλάξει η σκηνική εικόνα. Στο ”καβούκι” της χελώνας στερεωμένα και τα 125 τρισδιάστατα κομμάτια χόρτου ύψους 2-7 μέτρων, κατασκευασμένα από μετάξι μπαλονιού, τα οποία φουσκώνουν και φωτίζονται κατά περίσταση.
Αγέρωχοι θεματοφύλακες της σοφίας, της λογικής και της φύσης οι τρεις, σχεδόν τριάντα μέτρων ύψους και εξήντα τόνων βάρους, σκυλόδρακοι. Εσωτερικά οροφοδιαχωρισμένα-καμουφλαρισμένα παράθυρα επιτρέπουν στους ακροβάτες-αράχνες να αναρριχώνται, να αιωρούνται εξωτερικά και να ακροβατούν μεταξύ των δύο γεφυρών που τους ενώνουν.
Με διάμετρο περίπου 200 μέτρα, οι γραμμές-καρουσέλ αγκαλιάζουν κι αυτές κυκλικά το όλο σκηνικό και εξυπηρετούν στην πλωτή διέλευση επιπλέον σκηνικών.
Αθέατα τοποθετημένα στο καβούκι της χελώνας και 80 ηχεία, που μαζί με τα υπόλοιπα 800 κρυμμένα στο χώρο των θεατών, διασφαλίζουν παγκοσμίως το μοναδικό και φημισμένο ακουστικό σύστημα του φεστιβάλ BOA (Bregenz Open Acoustics), το οποίο επιτρέπει να φτάνει ο ήχος στους θεατές απ’ όποιο σημείο κι αν βρίσκεται ο τραγουδιστής.
Το όλο σκηνικό μαζί με τους βοηθητικούς χώρους των παρασκηνίων, συνολικής έκτασης 700m2, στηρίζεται σε 120 πασσάλους από πεύκο σφηνωμένους έξι μέτρα βαθιά μέσα στη λίμνη με τις θέσεις των θεατών οριακά τοποθετημένες στις όχθες.
Με περίπου 400 άτομα συντελεστές, τεχνικό προσωπικό και διοίκηση γίνεται πραγματικότητα αυτή η υπερπαραγωγή που φυσικά έχει χορηγούς από μικρές εταιρείες μέχρι οικονομικούς κολοσσούς όπως η τράπεζα Hypo Landesbank, τα καζίνο της Αυστρίας και την Coca Cola.
Ο ίδιος ο «Μαγικός Αυλός» συγκαταλέγεται στα συναρπαστικότερα έργα που έχει να μας προσφέρει η ευρωπαϊκή κουλτούρα σε θεατρική και μουσική εμπειρία.
Παρ’ όλα αυτά ή ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, το έργο περιέχει πολλές σκηνές και επεισόδια μεγάλου πόνου και πικρίας.
Ο ”παγιδευτής πουλιών” Παπαγκένο είναι ένας από τους γοητευτικότερους χαρακτήρες του έργου και ένας άνδρας καταραμένος να ζει μόνος του μέσα σ’ ένα δάσος. Παρ’ όλο που περιγράφεται ως φυσιολάτρης και χαρούμενος τύπος νιώθει απέχθεια για τη φύση.
Οι δυνάμεις του κακού που εκπροσωπεί ο Σαράστρο, ο κακός μάγος, διεκδικούν το δίσκο της βασίλισσας της νύχτας (της καλής νεράιδας) για να κερδίσουν τί άλλο από την εξουσία που συμβολίζει ο δίσκος. Οι Άριες του Σαράστρο ανήκουν στις σημαντικότερες του λυρικού ρεπερτορίου.
Αρωγός στο έργο του Σαράστρο και ο Μονόστατος, ένα άρρωστο άτομο, που δεν ελέγχει τις ορμές του και στα πλοκάμια του οποίου παραδίδεται από το Σαράστρο η κόρη της βασίλισσας της νύχτας, η νεαρή Παμίνα. Ο Μονόστατος προσπαθεί να την κακοποιήσει σεξουαλικά, αλλά τιμωρείται από τον ίδιο καταχθόνιο άνθρωπο που τον ώθησε στο έγκλημα, τον Σαράστρο.
Για την άμοιρη Παμίνα η μοναδική λύση είναι η αυτοκτονία μια και ο αγαπημένος της Ταμίνο φαίνεται ότι έχει πέσει στα χέρια των ιερέων που ελέγχονται από τον Σαράστρο και δεν θέλει να έχει καμία επαφή μαζί της. Ο Ταμίνο θεωρεί σημαντικότερη την τήρηση των κανόνων του κόσμου των ιερέων απ’ το να φερθεί ανθρώπινα και να δείξει τα συναισθήματά του στην Παμίνα.
Ανθρώπινα πάθη διαδέχονται το ένα το άλλο και είναι αδιαμφισβήτητα τεκμήρια της ικανότητας του λιμπρετίστα Emanuel Schikaneder και φυσικά της μαγικής δύναμης της μουσικής του Johann Wolfgang Amadeus Mozart που όλα αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα καταλήγουν σ’ ένα θετικό και αισιόδοξο τέλος. Αυτό το τέλος γίνεται κοινωνός του μηνύματος, ότι δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές τις διεφθαρμένες δυνάμεις που εκπροσωπούν οι ιερείς και η βασίλισσα.
Στο όνομα του φιλελεύθερου πνεύματος του διαφωτισμού, χρονικό διάστημα που συνετέθη η όπερα, είμαστε υπεύθυνοι, ο καθένας για την τύχη του, η οποία πρέπει να ορίζεται από την ορθολογιστική σκέψη μας και όχι μέσα από ιεραρχήσεις ή προκαταλήψεις. Αυτό είναι και το πιο γλυκό τραγούδι , το οποίο τραγουδά για εμάς ο Mozart.
Ό,τι εκπληκτικό εκτυλίχθηκε εκείνο το βράδυ από τη σκηνική παρουσία των καλλιτεχνών μέχρι τα απαράμιλλης έμπνευσης κουστούμια και τα μαγευτικά εντός της λίμνης σκηνικά να μας απογειώνουν εκστατικά, υπό τους ήχους της συμφωνικής ορχήστρας της Βιέννης σε μία εκτέλεση έργου αντάξια του ονόματός της (γνωστή στην Ελλάδα και από την τηλεοπτική αναμετάδοση της καθιερωμένης πρωτοχρονιάτικης συναυλίας της), όλα θα μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη μας.
Για ‘μένα προσωπικά μετά από 17 χρόνια αδιάλειπτης παρακολούθησης του Φεστιβάλ της Bregenz δεν έχει απαντηθεί ακόμα το ερώτημα γιατί η πόλη μας, η Καστοριά δεν έχει δημιουργήσει ανάλογες υποδομές. Δεν της λείπουν ούτε τα φυσικά ούτε και τα γεωγραφικά εκείνα στοιχεία, που θα μπορούσαν να την αναδείξουν σε πόλη φάρο στα ελληνικά πολιτιστικά δρώμενα και όχι μόνο.
Για τους φίλους και λάτρεις του λυρικού θεάτρου και κυρίως γι’ αυτούς που θα ήθελαν να μυηθούν σε αυτό θα ήταν μια καλή αρχή η παρακολούθηση της ζωντανής μετάδοσης της μητροπολιτικής όπερας της Νέας Υόρκης, η οποία πραγματοποιείται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά στο χώρο του αμφιθεάτρου του ΤΕΙ Καστοριάς από την Κοινωφελή Επιχείρηση του Δήμου Καστοριάς σε συνεργασία με τον όμιλο ANTENNA (έναρξη φετινής σεζόν 10 Οκτωβρίου).
Με εκτίμηση
Ειρήνη Γεωργοσοπούλου-Μισκία
* Η κυρία Ειρήνη Γεωργοσοπούλου-Μισκία είναι απόφοιτος της Γερμανικής & Γαλλικής Φιλολογίας-Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου GOETHE της
Φραγκφούρτης και ιδιοκτήτρια των ΚΕΝΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΟΠΑΙΔΕΙΑΣ στην Καστοριά.